Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΞΑΝΑ

Eίχαν ήδη περάσει 5 χρόνια από το πρώτο μέρος της Οδύσσειας ενός Ξεριζωμένου, που έριξε τίτλους τέλους το 2009. Οι βασικές πρωταγωνίστριες του έπους, Αντιγκόνα, Ιβάννα και Ξερξούσκα είχαν σκορπίσει στους πέντε ανέμους, η παρέα είχε αποδεκατιστεί ταξιδιωτικά, λόγω του Αρμαγεδδώνα της οικονομικής κρίσης που τα ΄χε σαρώσει όλα στο πέρασμά της. 


Η Ιβάννα δεν άντεχε άλλο. Αψηφώντας τους πάντες και τα πάντα, αποφάσισε να γράψει μόνη της το δεύτερο μέρος της τριλογίας...

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

ΛΙΓΑ ΚΛΙΚ ΚΙ ΟΛΑ ΞΕΚΙΝΑΝΕ


Η Ιβάννα, εδώ και μέρες, περνούσε την δική της, πολύ ζόρικη περίσταση. Το αλλόκοτο, καυτό σαν hot potato φλερτ της με την παράκρουση την είχε εξοντώσει, φθάνοντάς την κυριολεκτικά στο αμήν. Το σώμα της, είχε αρχίσει πλέον να μην την υπακούει, από την δεξιά του μεριά όσο περνούσαν οι μέρες αγκυλωνόταν, μούδιαζε, σιγά σιγά παρέλυε, και την εγκατέλειπε... Ήταν στο τσακ, ούτε καν ένα βήμα, αλλά ένα χιλιοστό πριν την υπερκόπωση. Ο κάματος ήταν σωματικός, αλλά κυρίως ψυχολογικός.

Το μυαλό της όμως ήταν καθαρό, κι ευτυχώς είχε βρει ήδη τη λύση.

Μερικά κλικ, και η γιατρειά ως δια μαγείας επήλθε....

L' IMBARAZZO DELLA SCELTA


Είχε την απεριόριστη ελευθερία να διαλέξει ένα ταξίδι εντός Ευρώπης. Αυστηρά αλέ κι όχι ρετούρ.
Το τελευταίο ταγκό στο Παρίσι, το πιλάτευε καιρό στο μυαλό της, για κάποιο λόγο σχεδόν ανεξήγητο. Μάλλον επειδή είχε ήδη ανοικτές παρτίδες από το μακρινό παρελθόν. Καλοκοιτάζοντας την οθόνη, διαπίστωσε ότι η πτήση που είχε σταμπάρει, έκανε πολύωρη στάση στο Βελιγράδι.
Αυτό ήταν, δε χρειάστηκε να το σκεπτεί δεύτερη φορά. Μ' ένα σμπάρο, δυό τρυγόνια! Αποφάσισε να κλείσει τους ανοικτούς λογαριασμούς, κλείνοντας και το εισιτήριο μέσα σε δευτερόλεπτα. Κλικ ...κλικ....κλικ.... το ποντίκι γρήγορα και μεθοδικά πυροβολούσε την οθόνη, εκτελώντας πιστά τις εντολές της αφεντικίνας του... Η Ιβάννα έκανε επιτέλους την προσωπική της επανάσταση!

Η ΑΦΙΞΗ ΣΤΟ ΒΕΛΙΓΡΑΔΙ


"Καλωσήλθατε στο Βελιγράδι. Η θερμοκρασία εδάφους είναι στους -2 βαθμούς Κελσίου. Σας ευχόμαστε μια ευχάριστη διαμονή."

Το αεροπλάνο ήταν έτοιμο για την προσγείωση. Οι αεροσυνοδοί πηγαινοέρχονταν κάνοντας τους τυπικούς ελέγχους, ντυμένες στα βαθιά μπλε, με κατακόκκινο κραγιόν στα χείλη και τα μαλλιά πιασμένα κότσο σε στυλ θεούσας γεροντοκόρης, που τα συγκρατούσε μαύρο διχτάκι. Η Ιβάννα, κοίταξε και το δικό της ντύσιμο. Τζιν παντελόνι, γαλότσα, πουλόβερ και... τζιν μπουφάν. Από εκείνα τα καλοκαιρινά, χωρίς εσωτερική επένδυση.

'Ηταν η δεύτερη φορά που η Ιβάννα επισκεπτόταν το Βελιγράδι κι είχε ήδη αρχίσει, νοερά, να βρίσκεται εκεί, στην πρωτεύουσα της Σερβίας. Αν κι εδώ που τα λέμε, η πρώτη φορά, πριν από 5 χρόνια, τότε στο τρένο του τρόμου , μάλλον δεν πιάνεται ως κανονική επίσκεψη.

Επρόκειτο να μείνει ένα βράδυ στην πόλη, όμως δεν ήξερε σχεδόν τίποτα γι' αυτήν. Το μόνο πράγμα που είχε προσχεδιάσει, ήταν η διαμονή της σε ξενοδοχείο. Ένα ξενοδοχείο που της είχε συστήσει με τα "καλύτερα" λόγια η Ξερξούσκα, που το είχε ζήσει κι από μέσα κι απ'έξω, σε αντίστοιχη επίσκεψη τράνζιτο που είχε κάνει κι εκείνη στο Βελιγράδι. Η Ιβάννα, ακούγοντας τις διηγήσεις της τότε, θα 'θελε πολύ να βρισκόταν κι αυτή εκεί, στη θέση της. Η μοίρα τα 'φερε έτσι ώστε η επιθυμία της να πραγματοποιηθεί, ανέλπιστα σύντομα......

Κοιτούσε απ' το παραθυράκι, βυθισμένη στις σκέψεις της, όταν το αεροπλάνο πάτησε τις ρόδες του με σιγουριά στο έδαφος. Δεν ήταν όμως αυτό που την τράνταξε, αλλά η εικόνα της πόλης έξω, θυμίζοντάς της ότι ήταν Ιανουάριος. Τα πάντα ήταν καλυμμένα με χιόνι...

ΣΤΟ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟ ΝΙΚΟΛΑ ΤΕΣΛΑ


Η Ιβάννα κατέφθασε με ιδιαίτερη χαρά και κέφι στην αίθουσα αφίξεων του Διεθνούς Αεροδρομίου "Nikola Tesla", με χαμόγελο διάπλατο μέχρι τ' αυτιά και σιγοτραγουδώντας. Και δικαιολογημένα, μιας κι είχε σχεδόν 4 χρόνια να πατήσει σε εντελώς καινούργια για εκείνη, ξένη χώρα.

Το χιόνι κι η χαμηλή θερμοκρασία δεν την πτόησαν στο παραμικρό, γιατί ήξερε (και εφάρμοσε) τη μέθοδο ντυσίματος "κρεμμύδι", που σε συνδυασμό με γάντι και σκουφί την έκανε πολύ καλά τη δουλειά της. Δε βρισκόταν δα και στη Σιβηρία...

Το πρώτο πράγμα που την εντυπωσίασε, με το που ξεμύτισε από την αίθουσα αφίξεων, ήταν οι πανύψηλοι άντρες που ορθώνονταν μπροστά της, σαν ανθρώπινο τείχος. Σαν κάποιος να ήξερε την αδυναμία της στα ψηλά παλικάρια και να της είχε ετοιμάσει λαμπρή υποδοχή. Προχωρώντας προς την έξοδο, το βλέμμα της είχε μείνει λίγο να τους χαζεύει, γιατί είχε πολύ καιρό να δει τόσους δίμετρους άντρες συγκεντρωμένους όλους μαζί σε ένα χώρο. Mα τι ήταν όλοι αυτοί; Αθλητές της πάλι ποτέ Γιουγκοπλάστικα; Το ασυνήθιστο για εκείνη θέαμα δεν ήταν τελικά μπασκετμπολίστες, αλλά οι κλασικοί ταξιτζήδες που ανέμεναν στις πύλες των αφίξεων προς άγρα πελατών...

Έξω το κρύο κι ο χιονιάς βασίλευαν, αλλά σε απολύτως ανεκτά επίπεδα. Η Ιβάννα ούτε που το σκέπτηκε να πάρει ταξί, αλλά ήδη ενημερωμένη εντόπισε το μικρό λεωφορείο που συνδέει το κέντρο της πόλης με το αεροδρόμιο.

Το λεωφορείο ξεκίνησε, κι εκείνη καθάριζε και ξανακαθάριζε το θολωμένο τζάμι, για να διακρίνει το καινούργιο τοπίο και τα πρώτα κτίσματα της πόλης. Η Ξερξούσκα, που είχε κάνει ακριβώς την ίδια διαδρομή της είχε πει, ότι υπήρχαν βομβαρδισμένα κτίρια τα οποία είχαν αφεθεί επίτηδες έτσι, στη μοίρα τους κι η Ιβάννα ήθελε κι εκείνη να τα δει, όμως λόγω περιορισμένης ορατότητας, δεν τα κατάφερε...

Περνώντας από τις καινούργιες -καταπώς φαινόταν- συνοικίες της πόλης, αυτές δεν επιφύλασσαν κάτι ιδιαίτερο. Όμως στην Ιβάννα έκανε εντύπωση (αν και δε θα 'πρεπε, γιατί αυτά είναι τα αυτονόητα) ότι οι δρόμοι ήταν πεντακάθαροι και περιποιημένοι, και από το χιόνι κι από σκουπίδια.

Μιλώντας με μια Ελληνίδα συνεπιβάτιδά της στο λεωφορείο, πληροφορήθηκε ότι διοργανώνονται συχνά βραδιές όπερας στο Βελιγράδι (όπως κι εκείνο το βράδυ) με ιδιαίτερα χαμηλό αντίτιμο. Η Ιβάννα φυσικά είχε άλλα σχέδια (= καθόλου σχέδια και πλήρη άγνοια για το nightlife της πόλης). Πρώτος στόχος της, ήταν να εντοπίσει το ησυχαστήριο που θα την φιλοξενούσε εκείνο το βράδυ...

ΣΤΟ ΑΤΟΦΙΟ ΑΠΟΜΕΙΝΑΡΙ ΤΟΥ ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΚΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ

Η εύρεση του ξενοδοχείου ήταν για την Ιβάννα παιχνιδάκι, όπως κι η συνεννόηση με το προσωπικό της ρεσεψιόν, που ήταν οριακά εξυπηρετικό και με κάπως απόμακρο ταμπεραμέντο, απολύτως συμβατό με την εξωτερική θερμοκρασία περιβάλλοντος. Η σάλα υποδοχής, με έντονη την γοητευτική αύρα της δεκαετίας του '70-80, αν και με αναλλοίωτο ντεκόρ από τότε, διατηρούσε ένα στυλ κόσμιο. Τίποτα δε μπορούσε να προιδεάσει (ακόμα και οι διηγήσεις της Ξερξούσκα) για το τι έμελλε να αντικρύσει η Ιβάννα, οδεύοντας προς το δωμάτιό της. Check in, και η περιήγηση στον όλεθρο ξεκινά..

                                             Ο θάλαμος του ασανσέρ είχε μια πρωτοτυπία:
                                              επικάλυψη των τοιχωμάτων του με μοκέτα...


                     15 όροφοι πάνω απ'τη γη.....φόβοι και ψίθυροι γι' ανώμαλη προσγείωση



Μέσα στο ασανσέρ, η Ιβάννα αναβίωσε -για τις ανάγκες τούτης της φωτογράφισης, κάνοντας τον παιδικό της εφιάλτη σχεδόν πραγματικότητα- ένα όνειρο που έβλεπε πολύ συχνά όταν ήταν μικρή και πήγαινε στο δημοτικό: ότι βρισκόταν λέει τάχα σ' ένα ασανσέρ, που αντί να σταματήσει στον όροφο που εκείνη ήθελε, αυτό συνέχιζε την τρελή, ανεξέλεγκτή του πορεία και συνέχιζε να ανεβαίνει, non stop, ολοένα και πιο ψηλά...κι εκεί που πατώντας τα κουμπιά, κάπως πήγαινε να φρενάρει, το ασανσέρ πήγαινε σφαίρα προς τα κάτω, χωρίς σταματημό. Ευτυχώς ο εφιάλτης είχε πάντα ευχάριστο τέλος, μιας κι η Ιβάννα κατόρθωνε να ξεφεύγει από το τρελό ασανσέρ, καταλήγοντας, άγνωστο πώς, στο υπόγειο του συγκροτήματος πολυκατοικιών λίγο πιο πέρα απ' το σπίτι της.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι σε κατακλύζουν εκ προοιμίου θριλερικές σκέψεις, και μόνο που πας να διαβείς την θύρα τούτου του ανσανσέρ..


Μπορεί η κατάσταση του ασανσέρ να είναι επιμελώς ατημέλητη, όμως το νταραβέρι μαζί του ανοίγει το δίχως άλλο την όρεξη, γι' αυτό κι η διεύθυνση του ξενοδοχείου-κολαστηρίου προνοεί και ενημερώνει, εντός της φιλόξενης καμπίνας, για τις λαχταριστές σπεσιαλιτέ του καταλύματος-απολιθώματος...


Βγαίνοντας αλώβητη η Ιβάννα από τον θάλαμο του ασανσέρ, που τόσες συγκινήσεις της είχε χαρίσει απανωτά, σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα, διαπίστωσε ότι ένα παρόμοιο σκηνικό εξελισσόταν κι εκτός αυτού. Περιδιαβαίνοντας τους κοινόχρηστους χώρους, οι αναρίθμητοι επισκέπτες ανά τις δεκαετίες, συνέτειναν αποφασιστικά στη δημιουργία του θριλερικού σκηνικού, αφήνοντας ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους στον ξενοδοχειακό ουρανοξύστη (αφού κανείς δεν είχε φροντίσει τόσα χρόνια να τον καθαρίσει) με τους πιο ποικίλους τρόπους:

Το εύστοχο σχόλιο του λαϊκού καλλιτέχνη, 
αποτυπωμένο λακωνικά στα ενδιάμεσα τοιχώματα του ασανσέρ

Kάγκελα, κάγκελα, κάγκελα παντού (στις σκάλες) σε πλήρη αρμονία με την φρικαλεότητα του χώρου...

Η μοκέτα, σε κατάσταση που ντρεπόσουν να πατήσεις, ταίριαζε γάντι με το μαγικό και μαγευτικό όλον.


Κι ήλθε επιτέλους η ώρα για την επίσκεψη στα ενδότερα της σουίτας, που εξασφαλίστηκε στην προνομιακή τιμή των 18ευρώ περίπου:


H επίπλωση παρέπαιε απ' όπου και να την έπιανες. Η τηλεόραση απουσίαζε, γιατί μάλλον για τη σουίτα αυτή θα θεωρούταν είδος πολυτελείας. Κι αν πάντως υπήρχε, θα ήταν το δίχως άλλο ασπρόμαυρη με παράσιτα...

Ευτυχώς η θέρμανση ήταν επαρκής, κι η θέα αφ' υψηλού, κάτι που έδινε μια θαλπωρή στην ψυχούλα της Ιβάννα μέσα σε όλη αυτή την απροσδόκητη -πλην όχι και τόσο δυσάρεστη- κατάσταση. Μια τελευταία εξερεύνηση στο χώρο, και χωρίς χρονοτριβή έξω, για να γνωρίσει επιτέλους από κοντά το Βελιγράδι by night!

(ΠΥΡΕΤΟΣ ΤΟ) ΣΑΒΒΑΤΟΒΡΑΔΟ ΣΤΟ ΒΕΛΙΓΡΑΔΙ (μέρος 1ο)


Η Ιβάννα, ιδέα δεν είχε προς τα πού να κινηθεί, ώστε να εντοπίσει το πού κτυπούσε η καρδιά της νυκτερινής ζωής. Αφού κοίταξε λίγο στα πεταχτά τον χάρτη του Βελιγραδίου, δίχως να καταφέρει να διαφωτιστεί ιδιαίτερα, αποφάσισε ότι θα έβγαινε έξω στην τύχη και θα πήγαινε όπου την οδηγούσε ο δρόμος.


Ήταν Σαββάτο βράδυ κι όπως ήταν φυσικό, οι περισσότεροι διαβάτες που συνάντησε, ξεμυτίζοντας από το ξενοδοχείο του ολέθρου, ήταν απτόητη νεολαία, εκεί γύρω στα 20, που είχε βγει για την νυκτερινή της τσάρκα. Δεν έχασε χρόνο κι αμέσως απευθύνθηκε σε δυο από αυτούς τους τυχαίους διαβάτες, μια κοπελίτσα κι ένα αγόρι, για να ρωτήσει πώς θα πάει στο κέντρο, ή τελοσπάντων σε κάποια συνοικία που έσφυζε από νυκτερινή ζωή κι απ' τα καλά τα γούστα. Ήταν και τα δύο παιδιά συμπαθέστατα και φιλικά, κι επιπλέον μιλούσαν πολύ καλά και άνετα αγγλικά, κάτι που την ενθουσίασε. Αμέσως την κατατόπισαν και της πρότειναν να πάρει το λεωφορείο, που είχε στάση σε πολύ κοντινή ακτίνα.

Το λεωφορείο ήταν κι αυτό φίσκα στη νεολαία, που όλο θετική ενέργεια και κέφι είχε ξαμοληθεί στους δρόμους για να διασκεδάσει και να ξεδώσει. Κατεβαίνοντας όπου κατέβηκε κι όλος ο όχλος, λίγες στάσεις παρακάτω, η Ιβάννα έγινε ένα με το τσούρμο κι έτσι μέσα σε λίγα λεπτά βρέθηκε σε έναν πεζόδρομο με καφετέριες, εστιατόρια και εμπορικά καταστήματα.

Η κατάσταση στις καφετέριες, έτσι όπως την είδε απ'έξω στα πεταχτά, της θύμισε αρκετά κλασική ελληνική καφετέρια τόσο στο διάκοσμο όσο και στο στυλ, με εσάνς τσιγαρίνο να διαρρέει έξω από τις βιτρίνες και τα τραπεζάκια να είναι τίγκα στον νεαρόκοσμο. Η μουσική δονούσε τα τζάμια όλο και πιο δυνατά, ανεβάζοντας τους ρυθμούς και τα ντεσιμπέλ.

Η Ιβάννα, ανικανοποίητη από αυτό το μάλλον οικείο και βαρετό θέαμα που αντίκριζε, αποφάσισε να χωθεί στα πλευρικά στενάκια και στοές, ταγμένη όπως πάντα στην αναζήτηση και ανεύρεση της καλής ντόμπρας...

Πέρασε από υπόγειες διαβάσεις με περίεργα ψηφιδωτά...


 Όπου είδε τους τοπικούς σταρ-μανουλομάνουλα, που φιγουράριζαν, όλο μαγκιά και τεστοστερόνη, σε περίοπτη θέση... (αρχικά τους πέρασε για αρχηγούς κάποιας μπάντας, όμως τελικά αποδείχθηκαν ηθοποιοί)

...όπως και τους ακούραστους γερόλυκους του ροκ που βγήκαν παγανιά για τουρνέ.


Στην γύρω περιοχή υπήρχαν παντού στοές, κοντά στους πιο πολυσύχναστους δρόμους, που καθιστούσαν την πορεία κατά τόπους λαβυρινθοειδή, γι' αυτό και άκρως ελκυστική για εξερεύνηση.

Περνώντας τις ανοικτές, μεταλλικές πύλες αυτής της μικρής στοάς

...στο βάθος βρισκόταν μια ασυνήθιστη μπουτίκ, με ολίγον αλλόκοτο, μινιμάλ στήσιμο της βιτρίνας, που ειδικευόταν στα παπιγιόν.


Η Ιβάννα δε θα έδινε και πολλή σημασία σε τούτο το μαγαζί, αν δε συναντούσε, λίγο παρακάτω, ακόμα μια βιτρίνα με πολύχρωμα, φανταχτερά παπιγιόν. Επρόκειτο μήπως για το απόλυτο σέρβικο τρεντ αντί γραβάτας; Δυστυχώς δεν είχε την τύχη να το διαπιστώσει ιδίοις όμμασι, φορεμένο στον ντόπιο πληθυσμό...


ΣΤΟ ΜΙΚΡΟ ΜΠΑΡ ΤΟΥ ΒΕΛΙΓΡΑΔΙΟΥ

Η Ιβάννα απολάμβανε τη σπάνια για εκείνη αίσθηση του χιονιού, συνεχίζοντας ακούραστη τη νυκτερινή της περιπλάνηση (παρά το γεγονός ότι φορούσε ακόμα το τζιν μπουφάν και τις γαλότσες με τη λεπτή πλαστική σόλα, που λειτουργούσαν ως κάλλιστος αγωγός της παγωμένης θερμοκρασίας εδάφους.) Τρύπωσε σε άλλη μια στοά κοντά στον πολυσύχναστο πεζόδρομο. Ακόμα δεν τα είχε καταφέρει να εντοπίσει το ιδανικό στέκι, τόσο για φαγητό όσο και για ποτό, που θα κατάφερνε να την κλείσει στην αγκαλιά του εκείνο το παγωμένο βράδυ, που το χιόνι έπεφτε αδιάκοπα.  Έπρεπε να το κάνει γρήγορα, γιατί ήταν θέμα χρόνου να πάθει κρυοπαγήματα.

Για καλή της τύχη, της έμελλε να περιδιαβεί την τυχερή της στοά-σοκάκι και ως δια μαγείας το ιδανικό, απόκρυφο στέκι φανερώθηκε άξαφνα μπροστά της, φωτισμένο εξωτερικά με πολύχρωμα λαμπιόνια και καλυμμένο πέρα ως πέρα με επένδυση παλιού ξύλου, σε όλο του το εσωτερικό. "Εδώ είμαστε!!" σκέπτηκε πανηγυρίζοντας βουβά και το πρόσωπό της έλαμψε όλο χαρά, σαν ολοστρόγγυλο φεγγάρι.


Το μικρό εκείνο, ζεστό μπαρ, εκτεινόταν σε διάφορους μικρότερους επιμέρους χώρους, με ξύλινα τραπεζάκια και λίγους, χαλαρούς θαμώνες να συνομιλούν χαμηλόφωνα, γεμίζοντας διακριτικά τον μισογεμάτο ακόμα χώρο. Αφού η Ιβάννα περιεργάστηκε λίγο το περιβάλλον, αποφάσισε ότι θα τιμούσε το αγαπημένο της σημείο σε κάθε μπαρ που επισκεπτόταν και που δεν ήταν άλλο από την μπάρα. Εκεί κατόρθωνε να έχει άμεση οπτική πρόσβαση σε όλα τα διαθέσιμα ποτά. Κοιτάζοντάς τα, την ενέπνεαν για να δοκιμάσει κάθε φορά και κάτι διαφορετικό, όταν παρατηρούσε με περιέργεια τα συνήθως άγνωστα για εκείνην, πολύχρωμα μπουκάλια.

Στην μπάρα βρίσκονταν 2 άντρες. Ο ±35άρης μπάρμαν, και πιο πέρα άλλος ένας άντρας που χαλάρωνε βυθισμένος στις σημειώσεις του, κατά 20 χρόνια μεγαλύτερός του (όπως τους έκοψε με το μάτι). Φυσικά, δεν άργησε να τους πιάσει την πάρλα. Αφού την ρώτησαν ποιος καλός άνεμος την έφερε στα μέρη τους, άρχισαν να της μιλούν για την Ελλάδα. Ο 55άρης (που ήταν μάλλον και το αφεντικό) την είχε επισκεπτεί πριν πολλά χρόνια κάνοντας τουρ, αναφέροντας ότι είχε βρεθεί και στην Ομόνοια (μμμ ωραίες αναμνήσεις θα είχε) ενώ ο μπάρμαν δήλωσε ότι όλοι του οι φίλοι είχαν πάει στην Χαλκιδική για διακοπές κι ότι είχε κι αυτός μια βόλτα προς τα κει στα μελλοντικά του σχέδια. Μιλούσαν όμως για την αγαπημένη της Ελλαδίτσα συγκρατημένα, χωρίς να δείχνουν κάποιον ιδιαίτερο ενθουσιασμό. Έφταιγε το σέρβικό τους ταμπεραμέντο ή ότι δεν είχαν μείνει και πολύ ικανοποιημένοι από τη διαμονή τους εκεί; Σκέπτηκε ότι πριν λίγο, όταν περιπλανιόταν στα άλλα νυκτερινά στέκια, είχε μιλήσει με άλλον ένα εργαζόμενο, που της είχε πει ακριβώς τα ίδια λόγια, και της είχε φανεί κι αυτός όχι ψυχρός, αλλά ούτε και ιδιαίτερα θερμός με την Ελλάδα, έστω και στα πλαίσια του fake επαγγελματισμού. ΄Ηταν οι Σέρβοι ντόμπροι και δεν υποκρίνονταν, ή απλά το ταμπεραμέντο τους δε συμβάδιζε με το ελληνικό; Μύθος τελικά και τα σλόγκαν "Ελλάς-Σερβία-Ορθοδοξία" και "οι Σέρβοι είναι αδέρφια μας”, που διατυμπανίζουν οι πάσης φύσεως εθνικισταί; Μέσα σε τόσο λίγες ώρες, σίγουρα δεν ήταν σε θέση να το διαλευκάνει.

Το άδειο κουτί με τα πουράκια Caprice, που διακρινόταν σε μια πιο απόμερη γωνία της μπάρας, την μετέφερε μονομιάς σε άλλη διάσταση και την έκανε για μια στιγμή να νιώσει ότι δεν είχε απομακρυνθεί και πολύ από την πατρίδα.

Την ίδια αίσθηση, τις λίγες ώρες που βρισκόταν εκεί, της προκάλεσε και το ίδιο το Βελιγράδι. Απ' το όσο λίγο είχε δει μέχρι τότε, δεν είχε και πολλά κοινά σημεία με την Ελλάδα, όμως της είχε αφήσει μια έντονη γεύση οικειότητας.

Η συζήτηση πέρασε για λίγο κι από την πολιτική. "Πώς είναι να ζεις σε συνθήκες πολέμου;" αναρωτήθηκε η Ιβάννα. "Μου φαίνεται πραγματικά αδιανόητο."
"Καλύτερα που δεν το έχεις ζήσει" της απάντησε λακωνικά ο μπάρμαν. Ήταν φιλικός, όμως ένιωθες συνομιλώντας μαζί του ότι έπεφτες σε έναν απόμακρα ευγενικό τοίχο... Η Ιβάννα δεν το συνέχισε κι άλλαξε θέμα. Ένιωσε αμηχανία που ήταν εντελώς ανίδεη σε ό,τι αφορούσε τον πόλεμο της πρώην Γιουγκοσλαβίας, που γινόταν δυο βήματα μακριά απ' τη χώρα της, πριν λίγα μόλις χρόνια και που δεν ήξερε σχεδόν τίποτα γι΄αυτόν. Τώρα ήταν η ευκαιρία της να μάθει από πρώτο χέρι τι συνέβαινε τα δύσκολα εκείνα χρόνια, όμως μάλλον δεν είχε πέσει και στους πιο πρόθυμους συνομιλητές.

Κι έτσι αποφάσισε να περάσει στο κυρίως πιάτο (...για την ακρίβεια, ποτήρι) και να δοκιμάσει τα ποτά, που περίμεναν στωικά μέσα στα μπουκάλια τους κάποιον να τα διαλέξει. Η προσοχή της Ιβάννα, μετά από τα αρχικά σφηνάκια αψέντι, στράφηκε σε κάτι περίτεχνα μπουκαλάκια, με χρωματιστό περιεχόμενο. “Τι είναι αυτά; Ωραία φαίνονται” αναφώνησε και αμέσως ο μπάρμαν την κατατόπισε, λέγοντάς της ότι επρόκειτο για σπιτική ρακή, με διάφορες γεύσεις φρούτων! Με γεύση αχλάδι, βερύκοκο, ούτε που θυμάται πια, πάντως η ποικιλία ήταν μεγάλη κι οι γεύσεις υπέροχες. Θύμιζαν κάτι από το ελληνικό ρακόμελο, αλλά τα συγκεκριμένα αποστάγματα ήταν πολύ πιο γλυκόπιοτα και ελαφριά. Τι ωραία! Άρχισε να νιώθει ακόμα πιο κοντά στους γείτονες Σέρβους, μέσω των κοινών τους ποτών. Ακόμα και η ονομασία στα Σέρβικα, Ракија ήταν. Τέλεια! Υπό την επήρρεια του πιο γλυκού αλκοόλ, άλλο ένα υπέροχο βράδυ προδιαγραφόταν.

Θα μπορούσε να καθήσει στο μπαράκι πολλή ώρα ακόμα. Όμως η πτήση της αναχωρούσε τα άγρια χαράματα κι έπρεπε αναγκαστικά να συρθεί έγκαιρα μέχρι το ξενοδοχείο-κολαστήριο, για να ξεκλέψει 2-3 ώρες ύπνου. Η επόμενη μέρα προδιαγραφόταν δύσκολη κι όπως πάντα άνευ σχεδίου. Το Παρίσι την περίμενε με ανοικτές αγκάλες...

(ΠΑΓΕΤΟΣ ΤΟ) ΣΑΒΒΑΤΟΒΡΑΔΟ ΣΤΟ ΒΕΛΙΓΡΑΔΙ (μέρος 2ο)

Η ολοένα και πιο παγερή εξωτερική θερμοκρασία, καταπόντιζε ραγδαία την επήρρεια του αλκοόλ και τσίτωνε ευτυχώς την ενέργεια της Ιβάννα, που σκοπός της πια ήταν να επιστρέψει στη ζεστή της τη φωλιά. Εκεί, στο πανύψηλο ξενοδοχειακό απομεινάρι, που κατέρρεε σπιθαμή προς σπιθαμή, μέσα στην βραδεία, προοδευτική, μη αναστρέψιμη σήψη του... Ευτυχώς τουλάχιστον είχε καλή θέρμανση!

Δεν παρέλειπε όμως να κοντοστέκεται για ενδιάμεσες στάσεις, τόσο για ανεφοδιασμό της περιέργειάς της, με χάζι και φωτό, όσο και για τις προμήθειες σε φαγητά και ποτά, κάτι που μέχρι τότε δεν είχε ακόμα τιμήσει. Η λόρδα ήταν προ των πυλών!... γι' αυτό και μπούκαρε σ' έναν φούρνο που ήταν ανοικτός εκείνη την ώρα, τίγκα στον κόσμο και στα λαχταριστά εκ πρώτης όψεως τυροπιτοειδή και σφολιατοειδή. Οι τιμούλες ήταν κι αυτές αρκετά ελκυστικές. 

Δεύτερη στάση σε ένα σούπερ μάρκετ, που παρά την προχωρημένη ώρα ήταν ανοικτό λίγο παρακάτω. Από κει αγόρασε μπισκοτάκια και γλυκάκια τυποποιημένα, που ήταν ρετρό τόσο εμφανισιακά (σοκολατάκια-κέικ σε σχήμα καρδούλας με γέμιση μαρμελάδας βερύκοκο, πόσο καιρό είχε να φάει κάτι τέτοιο;) όσο και στη γεύση, όπως διαπίστωσε αργότερα. Ταξίδι πίσω στο παρελθόν, με χρονομηχανή ένα μπισκότο!

Αγόρασε κι ένα τοπικό κουτσομπολίστικο περιοδικό, για να χαζέψει τους τοπικούς αστέρες, όπως και προσπάθησε να αγοράσει τοπικό αλκοόλ, μπύρες για την ακρίβεια, για να εμπλουτίσει την συλλογή της με μεταλλικά κουτάκια. Όμως έφαγε πόρτα στο ταμείο, όπως της είχε ξανασυμβεί και πριν μερικά χρόνια στη Ρωσία. Δεν την ένοιαξε όμως διόλου, γιατί από ποτό εκείνο το βράδυ ήταν πλήρης, κι έτσι ξαναβγήκε στους δρόμους.



Κοντοστάθηκε στην βιτρίνα ενός μεγάλου βιβλιοπωλείου, όπου της έκανε εντύπωση, η ταυτόχρονη παρουσία του κυριλλικού με το λατινικό αλφάβητο. Γιατί πήγαιναν μαζί χεράκι χεράκι; Είχε ήδη ρωτήσει προηγουμένως στο μπαράκι πώς και συνέβαινε αυτό. Της απάντησαν ότι κακώς συμβαίνει, χρόνια τώρα, χωρίς όμως περαιτέρω εξηγήσεις. Ακόμα ένα ερωτηματικό που άφησε να αιωρείται, για την επόμενη επίσκεψή της στο Βελιγράδι.

Ο Άγιος Συμεών ο Χιλανδαρινός (ο Μυροβλήτης, κοσμικό όνομα Στέφανος Νεμάνια, 1113-13 Φεβρουαρίου 1199) ήταν 
μέγας Ζουπάνος της Ράσκας

                             Miroslav "Mika" Antić (Serbian Cyrillic: Мирослав "Мика" Антић) was a Yugoslavian poet, 
                                                                             film director, journalist and painter. 

Το κυριλλικό για τις θεούσες και την υψηλή διανόηση;

                           Aleksandar Tijanić (Serbian Cyrillic: Александар Тијанић) was a Serbian journalist and director
      of the country's public broadcaster Radio Television of Serbia 


Και το λατινικό για τα όμορφα αγόρια και για τα εύπεπτα best seller;


Η Wikipedia δίνει μια επιγραμματική απάντηση στα άνωθεν ερωτήματα:

The Cyrillic alphabet is seen as being more traditional and has official status in Serbia (designated in the Constitution as the "official script" compared to Serbian Latin's status of "script in official use" designated by a lower act, Bosnia and Herzegovina, and Montenegro (besides Latin script). During the 20th century the Latin alphabet became more frequently used, especially in Bosnia and Herzegovina and Montenegro.

Το πανέμορφο κι επιβλητικό hotel MOCKBA, που φιλοξενούσε στο ισόγειό του θελκτικότατο καφέ-ζαχαροπλαστείο παλαιάς κοπής (παραπέμπεται κι αυτό σε μελλοντική επίσκεψη)

Φανάρι με αντίστροφη μέτρηση για τους πεζούς!
(Είχε ήδη ξαναδεί κάτι αντίστοιχο στην Αγία Πετρούπολη)
 
Τμήμα πρόσοψης που ανοίγει την όρεξη, γιατί θυμίζει μπισκοτάκι
με επικάλυψη σοκολάτας!!
 
Άλλη μια νυκτερινή άποψη του hotel MOCKBA
Στην ίδια ευθεία, λίγο πιο κάτω, αυτή η γαλαζοφωτισμένη, μυτερή κορυφή σίγουρα δεν περνούσε απαρατήρητη
ούτε και το κτίριο που τη διαδεχόταν

... και δεν ήταν άλλο από το "παλιό Παλάτι" ( Стари Дбор στα Σερβικά), κάτι όπως ήταν το πάλι ποτέ κι η ελληνική Βουλή. Σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα Aleksandar Bugarski για λογαριασμό της βασιλικής οικογενείας Obrenović, τελεί πλέον κι αυτό υπό την διαχείριση των τοπικών αρχόντων, για να συνεδριάζουν. Στον αιώνα τον άπαντα οι ίδιες πάντα τυραννίες, με διαφορετική συσκευασία και πλασάρισμα. Μια ζωή στο ίδιο έργο θεατές...


Κι απ' τα σαλόνια, περνάμε στα υπόγεια, και το απόλυτο καταγώγιο... η Ιβάννα προς στιγμήν δίστασε να κατέβει το κόκκινο χαλί που οδηγούσε στα έγκατά του, όμως η περιέργειά της επικράτησε του φόβου, κι έτσι το τόλμησε! Το εσωτερικό της σάλας ήταν περίπου στο ίδιο μοτίβο με την εντυπωσιακή είσοδο. Κάποια από τα εκλεκτά εδέσματα βρίσκονταν εκτεθειμένα σε βιτρίνα ψυγείου (ποιος ξέρει από πότε), η συνεννόηση με το προσωπικό, μπουζούκι, κι η οσμή του χώρου στα σίγουρα δε σου άνοιγε την όρεξη. Το αντίθετο, σε έσπρωχνε τρέχοντας προς την έξοδο!

Η Ιβάννα δε ρίσκαρε δύο απανωτές ταραχές το ίδιο βράδυ κι έτσι η επιστροφή έπειτα από λίγη ώρα στο ξενοδοχείο-κολαστήριο ήταν πλέον μονόδρομος. Λίγη ώρα αργότερα, ροχάλιζε πανευτυχής και κατάκοπη στο δωμάτιο-τρώγλη, που στα όνειρά της, αλλά και στον ξύπνιο της το έβλεπε -μόνο για εκείνη τη νύκτα- ως το απόλυτο ησυχαστήριο!!

Ο ΒΛΟΣΥΡΟΣ ΟΜΑΡ-ΤΑΡΙΦ ΙΓΚΟΡ

"Στο αεροδρόμιο Nikola Tesla, please!"

Της έφεξε της Ιβάννα! Η τιμή για το ταξί ήταν προνομιακή, κάτι που αρχικά την έβαλε σε σκέψεις και υποψίες. Όμως υπήρχε επαρκής εξήγηση γι' αυτό, μιας κι η κατεύθυνση για αεροδρόμιο ήταν στο δρόμο για το σπίτι του πρώτου Ομάρ Ταρίφ, που περίμενε στην πιάτσα κοντά στο κολαστήριο. Δεν το ρίσκαρε να πάρει το πρώτο λεωφορείο, γιατί μπορεί να έχανε και την πτήση. Μ' αυτά τα πράγματα δεν παίζουν...

Κουνώντας το μαντήλι στο κολαστήριο, που αποδείχθηκε εν τέλει μια πολυόροφη όαση από μπετόν μέσα στο χιόνι, υποσχέθηκε ότι θα ανανέωνε το ραντεβού της μ' αυτό όποτε την ξανάφερνε ο δρόμος της στο συμπαθέστατο Βελιγράδι. Αναπολώντας τις στιγμές ανώδυνου θρίλερ που πέρασε εκεί μέσα, θυμήθηκε με έκπληξη τα λόγια μιας άλλης ενοίκου του κολαστηρίου, κατά τη διάρκεια του check in. Όταν σε ερώτηση του προσωπικού αν είχε μια ευχάριστη διαμονή, αυτή τους απάντησε με τα πιο ενθουσιώδη λόγια (!??...)

O Ομάρ Ταρίφ στην αρχή της κούρσας, παρέμενε σιωπηλός και πολύ πολύ σοβαρός, σχεδόν αγέρωχος. Με πολύ κοντό μαλλί ξούρα, και ηλικία γύρω στα 30 με 35, ήταν ένα απλό, λαϊκό παιδί και ντόμπρο. Η Ιβάννα δεν πτοήθηκε από τη φαινομενική του ψυχρότητα κι αμέσως του έπιασε την κουβέντα κι άρχισε να τον ρωτάει διάφορα. Εκείνος μάλλον παραξενεύτηκε πολύ από την ομιλητικότητά της, γιατί με τη μια τη ρώτησε "είσαι δημοσιογράφος;" H Ιβάννα από την άλλη εντυπωσιάστηκε από τα αγγλικά του Ομάρ Ταρίφ -που αργότερα έμαθε πως τον έλεγαν Ιγκόρ- γιατί όπως ο ίδιος δήλωσε, ήταν εντελώς αυτοδίδακτος!

O Ιγκόρ άρχισε σιγά σιγά να ανοίγεται και να λέει και πιο προσωπικές του πληροφορίες. Όταν η Ιβάννα του 'δωσε τα πιο θερμά της συγχαρητήρια για τις επιδόσεις του στα αγγλικά, αυτός της απάντησε ότι γενικώς την ψάχνει στο έτσι, στο αυτοσχεδιαστικό, κι ότι μάλιστα είχε χτίσει μόνος του, με τα χεράκια του, το ίδιο του το σπίτι. Ανταποδίδοντας τα καλά της λόγια, της είπε ότι το όνομά της ήταν το αγαπημένο του και ότι όταν θα έκανε κόρη θα του άρεσε να της δώσει αυτό το όνομα. Όπως κι όλοι οι προηγούμενοι Σέρβοι, με τους οποίους είχε συνομιλήσει η Ιβάννα, δήλωσε ότι θα ήθελε κάποια στιγμή να επισκεπτεί την Ελλάδα, όμως δεν του είχε δοθεί ακόμα αυτή η ευκαιρία. Η κατάσταση στο Βελιγράδι γινόταν ολοένα και πιο δυσβάσταχτη γιατί υπήρχε πολλή ανεργία, αλλά και πολλοί μετανάστες, από τις γειτονικές χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Ο Ιγκόρ έδειχνε πολύ δυσαρεστημένος γι΄αυτό.

Στο τέλος της διαδρομής, του είπε να κρατήσει τα ρέστα, ως ελάχιστο πουρμπουάρ. Ο Ιγκόρ την ευχαρίστησε, λέγοντάς της "με αυτά τα λεφτά ίσως αγοράσω μια σοκολάτα".
Τι παράξενο ταμπεραμέντο που είχαν τελικά αυτοί οι Σέρβοι... Η Ιβάννα υποσχέθηκε στον εαυτό της ότι θα επέστρεφε πολύ σύντομα σ' αυτή την πόλη, για να τους γνωρίσει καλύτερα.

Η ΑΦΙΞΗ ΣΤΟ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟ CHARLES DE GAULLE ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ


"Hvala!" αναφώνησε η Ιβάννα στην αεροσυνοδό που της γέμιζε το ποτήρι με παγωμένη jabuca (χυμό μήλου). Η αεροσυνοδός μετά το πρώτο σάστισμα (γιατί δεν περίμενε να ακούσει το ευχαριστώ στα σέρβικα) της χαμογέλασε όλο συμπάθεια και συνέχισε να σερβίρει στους υπόλοιπους επιβάτες του αεροσκάφους. "Hvala, da, jabuca" οι τρεις λέξεις που κατάφερε να μάθει η Ιβάννα κατά τη σύντομη διαμονή της στη χώρα.

Οι φάτσες των γύρω συνεπιβατών ήταν τυπικές Σέρβικες με γενναία δόση βαρβατίλας, θύμιζαν κάτι από Ντούσαν Ιβκοβιτς και Ίλια Ίβιτς, αλλά στο πιο άγριο και μπρουτάλ. Στυλιστικά το ντύσιμό τους ήταν πολύ ταιριαστό με τις φυσιογνωμίες τους. Τα κορμιά τους ήταν κλεισμένα μέσα σε σακάκια σε καφετί, γήινους χρωματισμούς και παπούτσια μαύρα μυτερά, ενίοτε και λουστρινέ... Η Ιβάννα κοιμήθηκε καθ' όλη τη διάρκεια της πτήσης κι έτσι δεν προέκυψε συνομιλία με κανέναν από δαύτους. Σχεδόν είχε ξεχάσει τους πάντες, μέχρι την ώρα της προσγείωσης, ώσπου το αεροπλάνο πάτησε έδαφος και σταμάτησε να τροχιοδρομεί. Ανοίγοντας τα μάτια της, αντί για τον διάδρομο και τα καθίσματα, αντίκρισε θεόρατες πλάτες και τρελά ύψη να μπλοκάρουν τον οπτικό της ορίζοντα. Για ακόμα μια φορά εντυπωσιάστηκε από αυτές τις επιβλητικές κορμοστασιές και αράζοντας στο κάθισμά της, περίμενε να αποβιβαστούν πρώτα αυτοί, και όλοι οι υπόλοιποι...

Η Ιβάννα ήταν για ακόμα μια φορά αδιόρθωτη. Είχε αφήσει αδιάβαστο τον ταξιδιωτικό οδηγό των Παρισίων, που είχε προμηθευτεί μια μέρα πριν (που της είχε φανεί αιώνας), από το αεροδρόμιο της Αθήνας. Μια από τα ίδια μια ζωή, δεν είχε ένα πλάνο για το πού θα κινούταν την πρώτη μέρα στο Παρίσι. Βέβαια είχε ξαναεπισκεπτεί την πόλη του Φωτός πριν χρόνια, όμως δε θυμόταν σχεδόν τίποτα. Το μόνο που είχε εντοπίσει τυχαία, ψάχνοντας σε κάτι αρχαία μπιλιετάκια της, ήταν το όνομα του ξενοδοχείου που είχε καταλύσει τότε, προ αμνημονεύτων. Εκεί έλεγε να πάει να μείνει το πρώτο βράδυ, και έπειτα βλέποντας και κάνοντας.

Πρώτη έκπληξη όμορφη! Ο χώρος του αεροδρομίου κατενθουσίασε την Ιβάννα. Ήταν αρκετά λιτός, σε αποχρώσεις του ανοικτού γκρι, όμως η γενικότερή του αύρα και διάφορες λεπτομέρειες το κατέτασσαν μακράν στο καλύτερο αεροδρόμιο που είχε δει μέχρι τότε (η αλήθεια είναι ότι δεν είχε δει και πάρα πολλά, σίγουρα πάντως ήταν κλάσεις ανώτερο από τα αδιάφορα αεροδρόμια της Αθήνας, του Βελιγραδιού, ακόμα και της Ρώμης. )

(Τι διάβασε κατόπιν εορτής, ψάχνοντας πληροφορίες για τον αρχιτέκτονα που ανέλαβε το σχεδιασμό του αεροδρομίου: ο Paul Andreu είναι ειδήμων στα αεροδρόμια, έχοντας στο ενεργητικό του την κατασκευή των αεροδρομίων στη Τζακάρτα, το Κάιρο, τη Μανίλα, Ντουμπάι, Άμπου Ντάμπι ... δυστυχώς το 2004, στο αγαπημένο αεροδρόμιο της Ιβάννα, το Charles de Gaulle, η νεόκτιστη στέγη του Τerminal 2E κατέρρευσε, στέλνοντας 4 ανθρώπους στον άλλον κόσμο...)


Αλλά ας επιστρέψουμε 10 χρόνια μετά, στο 2014.
Φεύγοντας από τη περιστρεφόμενη μπαγκαζιέρα, απ' όπου παρέλαβε τον ημιτιγκαρισμένο σάκο της, οι ευχάριστες εκπλήξεις συνέχισαν να διαδέχονται η μια την άλλη όταν στην ήρεμη αίθουσα των αφίξεων, ο dj του αεροδρομίου σε καλωσόριζε με Chopin... ό,τι πρέπει για να σε βάλει με το bienvenue στο παρισινό κλίμα. Αυτά είναι!!!


Η Ιβάννα αφού κατάφερε με τα χίλια ζόρια να ανασυγκροτήσει το μυαλό και τις δυνάμεις της (καταραμένη αϋπνία...) προσπάθησε επί τόπου να ενημερωθεί για τις τιμές των εισιτηρίων για τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, ή έστω για τις κάρτες απεριορίστων διαδρομών, σε ένα γκισέ με πληροφορίες που βρισκόταν στον χώρο του αεροδρομίου. Η εξυπηρέτηση ήταν κάπως προβληματική, όμως με πολλαπλές προσπάθειες κατόρθωσε να βρει μια κάποια άκρη. Το δεύτερο βήμα ήταν να εντοπίσει κάπου ασύρματο ίντερνετ και μια πρίζα να συνδέσει το λαπτοπ-μπακατέλα της. Κατά την αναζήτησή της πέτυχε ένα πολύ συμπαθητικό ζευγάρι που θεώρησε ότι θα μπορούσε να τη διαφωτίσει, κι έτσι κινήθηκε προς το μέρος τους, χαιρετώντας τους εγκάρδια. Τα παιδιά ήταν από την Ινδία κι είχαν ταξιδέψει στο Παρίσι για μήνα του μέλιτος. Πλησιάζοντας, παρατήρησε τα χέρια της κοπέλας, όπου είδε κάτι πολύ παράξενο κι εντυπωσιακό

 Οι παλάμες της ήταν καλυμμένες εντελώς από περίτεχνα τατουάζ, μάλλον φτιαγμένα από χένα! Ένα τατουάζ ειδικό, που απ' ό,τι της είπαν, γίνεται σε γαμήλιες περιστάσεις. Κοίτα τι μαθαίνει στο άσχετο ο άνθρωπος!

Χαιρετώντας το ευτυχές ζεύγος με ευχές για βίον ανθόσπαρτον, συνέχισε την πορεία της προς τον σταθμό των τρένων, χαζεύοντας πέρα δώθε τους χώρους

(κάπου εδώ της την είπε ένας σεκιουριτάς, να μη βγάζει φωτογραφίες)

ώσπου φτάνοντας επιτέλους στον σταθμό, ένα "Αααααα" της βγήκε εντελώς αυθόρμητο    

 

(αυτός ήταν μάλλον κι ο πιο εντυπωσιακός σταθμός που είχε δει μέχρι τότε... η εξωτερική του άποψη της θύμιζε μάλιστα και μια μακέτα, που είχε φτιάξει παλιά!)


Εντάξει, τι να λέμε, το Παρίσι την είχε υποδεχτεί με τα καλύτερά του. 
Κι ήταν ακόμα στην αρχή!